Λευχαιμία

Στην ιατρική ορολογία λευχαιμία αποκαλείται ένα είδος καρκίνου του μυελού των οστών ή του αίματος, χαρακτηριστικό του οποίου αποτελεί η ανώμαλη ανάπτυξη των λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα, που ονομάζονται βλάστες. Ο όρος είναι γενικός και εκεί εμπίπτουν διάφορες ασθένειες, οι οποίες εναλλακτικά αποκαλούνται και νεοπλασίες του αίματος.

Ανάλογα με το είδος του αιμοσφαιρίου που επηρεάζεται από την ασθένεια αυτή η λευχαιμία διακρίνεται σε λεμφοκυτταρική και σε μυελογενή. Ενώ μια ακόμη διάκριση αφορά την οξεία σε αντιδιαστολή με την χρόνια λευχαιμία. Περιπτώσεις οξείας λευχαιμίας χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης, ενώ οι χρόνιες μορφές παρακολουθούνται για ένα διάστημα. Στατιστικά η οξεία λευχαιμία απαντάται πιο συχνά σε μικρές ηλικίες, ενώ η χρόνια σε μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, χωρίς να είναι η παρατήρηση αυτή κανόνας.

Από το συνδυασμό των αυτών κατηγοριών της ασθένειας προκύπτουν συνολικά τέσσερις κύριες κατηγορίες: 1) Οξεία λεμφοκυτταρική, 2) Οξεία μυελογενής, 3) Χρόνια λεμφοκυτταρική και 4) Χρόνια μυελογενής. Πέραν των ανωτέρω κατηγοριών υπάρχουν και άλλοι σπάνιοι τύποι της ασθένειας, που λόγω των ιδιαιτεροτήτων τους δεν μπορούν να κατηγοριοποιηθούν με την παραπάνω λογική και ως εκ τούτου συντρέχουν παράλληλα.

Τα αίτια

Οι αιτίες εμφάνισης λευχαιμίας διαφέρουν. Συχνά οφείλονται σε μετάλλαξη στο DNA, που μπορούν να συμβούν λόγω έκθεσης σε ζημιογόνους παράγοντες (ακτινοβολία ή καρκινογόνες ουσίες) ή και αυθόρμητα. Μπορεί ακόμα σε κάποιες περιπτώσεις να οφείλονται σε ιούς.

Θεραπεία

Γενικά ανάλογα με το είδος της ασθένειας επιλέγεται από τους θεράποντες ιατρούς και η ενδεδειγμένη αγωγή, η οποία συνήθως περιλαμβάνει φαρμακευτική αγωγή σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία. Υπάρχουν και περιπτώσεις που κρίνεται σκόπιμη για την αντιμετώπιση της νόσου η μεταμόσχευση μυελού των οστών.